πρωτείων

πρωτείων
πρώτειος
of the first quality
fem gen pl
πρώτειος
of the first quality
masc/neut gen pl
πρωτεί̱ων , πρωτεῖον
chief rank
neut gen pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • αυτάρκεια — Στην οικονομία, πολιτική α. είναι η πολιτική μιας χώρας η οποία, παραιτούμενη από τα ωφελήματα των διεθνών ανταλλαγών, τείνει να χρησιμοποιεί αποκλειστικά τις εσωτερικές πλουτοπαραγωγικές της πηγές, με σκοπό να κάνει την οικονομία της ανεξάρτητη… …   Dictionary of Greek

  • βαμβάκι — Πρόκειται για την κοινή ονομασία με την οποία είναι γνωστά τα είδη του γένους γοσύπιο (gosypium) της οικογένειας των μαλαχιδών ή μαλβιδών, καθώς και οι κλωστικές ίνες που προέρχονται από τα σπέρματά τους (παλαιότερα λεγόταν επίσης βαμπάκι και… …   Dictionary of Greek

  • ξεσυνέριο — το 1. διεκδίκηση πρωτείων, άμιλλα από φιλοπρωτία, συναγωνισμός, αμοιβαία αμφισβήτηση 2. ζηλοφθονία. [ΕΤΥΜΟΛ. Υποχωρητ. σχηματισμός από το ξεσυνερίζομαι] …   Dictionary of Greek

  • πρεσβείο — το / πρεσβεῑον, ΝΑ, επικ. και ιων. τ. πρεσβήϊον και κρητ. τ. πληθ. πρειγηϊα, Α [πρέσβυς] 1. (κυρίως στον πληθ.) τα πρεσβεία τιμές και προνόμια προς τη γεροντική ηλικία ή σε πρόσωπα που προηγούνται κατ αρχαιότητα σε ένα αξίωμα 2. φρ. α) «πρεσβεία… …   Dictionary of Greek

  • Επιφάνιος — I Όνομα αγίων της Ανατ. ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Επίσκοπος Σαλαμίνος Κύπρου (315; – 401). Φημιζόταν για τη γλωσσομάθεια και την ευρυμάθειά του καθώς και για τις επισκέψεις του σε πολλούς ξένους τόπους. Σε νεαρή ηλικία ασκήτεψε στην Αίγυπτο. Μετά… …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …   Dictionary of Greek

  • Ινοκέντιος — I Όνομα δεκατριών παπών της Ρώμης. 1. I. Α’ (; – 417). Πάπας της Ρώμης (401 417). Προσπάθησε να ισχυροποιήσει το κύρος της παπικής εξουσίας και να εξασφαλίσει την αναγνώριση των πρωτείων της. Αφόρισε τους διώκτες του Ιωάννη του Χρυσοστόμου, παρά… …   Dictionary of Greek

  • Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… …   Dictionary of Greek

  • Φωκάς — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Επίσκοπος Σινώπης. Πέθανε με μαρτυρικό θάνατο επί Τραϊανού (98 117). Η μνήμη του τιμάται στις 22 Σεπτεμβρίου. 2. Μαρτύρησε με σπαθί, μαζί με τον Έρμυλο, σε άγνωστο τόπο και χρόνο. Η μνήμη του… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”